Είναι Μάιος και σε όλο τον κόσμο αρχίζει το Ραμαζάνι.
Οι ημερομηνίες κάθε χρόνο είναι διαφορετικές, μιας και η μουσουλμανική αυτή εορτή εξαρτάται άμεσα από τη σελήνη. Το Ντουμπάι βάζει τέτοια εποχή τα καλά του, και όλα αλλάζουν. Την ημέρα οι πιστοί ξεκινούν τη νηστεία και την προσευχή από την ανατολή του ηλίου, μόλις όμως οι τελευταίες αχτίδες φωτός χαθούν στους αμμώδεις λόφους η πόλη γυρνά στους ξέφρενους ρυθμούς της. Οι οικογένειες μαζεύονται γύρω από ένα μεγάλο τραπέζι και σπάνε τη νηστεία τους ξεκινώντας σύμφωνα με το έθιμο με νερό και χουρμάδες. Το iftar, λοιπόν, αγαπητέ αναγνώστη, είναι το λουκούλιο γεύμα μετά τη νηστεία. Αυτή τη φορά αποφάσισα να ζήσω όλη αυτή την εμπειρία του iftar όσο πιο κοντά μπορούσα στην τοπική κουζίνα και τα έθιμα. Συνταξιδιώτης μου σε αυτή την εμπειρία ήταν η φίλη μου Έλενα, γνώστης μεγάλος της αραβικής παράδοσης.
Φορέσαμε abayas (τοπική γυναικεία ενδυμασία) και κατευθυνθήκαμε σε ένα από τα πιο γνωστά ντόπια εστιατόρια της πόλης. Μακριά από τους ουρανοξύστες, τα πολυκαταστήματα, τα συντριβάνια και τα φώτα το διάσημο εστιατόριο που μας περιμένει είναι πάντα σύμφωνα με τους ντόπιους μία καλή ιδέα.
Ο σερβιτόρος μάς καλωσόρισε με ένα πλατύ χαμόγελο “Ramadan Kareem” (καλό Ραμαζάνι) και μας οδήγησε σε ένα ιδιωτικό δωμάτιο χωρίς τραπέζια και καρέκλες, απλά με ένα χαλί. Κοίταξα την Έλενα με ένα βλέμμα σχεδόν απελπισμένο και εκείνη γελώντας μου ζήτησε να βγάλω τα παπούτσια μου και να καθίσω στο χαλί. Ένα μεγάλο πλαστικό κάλυμα απλώθηκε στο πάτωμα, και το φαγητό σερβιρίστηκε σχεδόν σε μηδενικό χρόνο. Chicken Mandi, Lamb Hanith με ρύζι, αραβική σαλάτα και φακές σούπα.
“Καλή μας όρεξη” είπα καθώς οι υπέροχες μυρωδιές μου γαργαλούσαν την μύτη. Μάταια έψαχνα για τα μαχαιροπίρουνα, “εδώ θα φάμε με τα χέρια”, είπε η Έλενα και προθυμοποιήθηκε να μου δείξει την όχι και τόσο απλή αυτή τεχνική. Μην αναρωτηθείς εάν τα κατάφερα, ένα θα σου πω, εκτίμησα ιδιαιτέρως το κλειστό αυτό δωμάτιο!
Η βραδιά όμως είχε και άλλες εκπλήξεις…
Ώρα για τσάι και ναργιλέ,στα προάστια του Ντουμπάι αυτή τη φορά. Εδώ θα βρεις αποκλειστικά ντόπιους, ντυμένοι όλοι με την τοπική ενδυμασία (kandura για τους άντρες και abaya για τις γυναίκες). Το τσάι έχει την τιμητική του θέση, μαροκινό, τουρκικό, αγγλικό, ο καπνός του ναργιλέ σε ζαλίζει γλυκά και εσύ δεν έχεις παρά απλά να κάτσεις αναπαυτικά στην καρέκλα σου και να απολαύσεις την γλυκιά αυτή ζάλη και την αραβική μουσική στο βάθος. Μέντα σταφύλι ο ναργιλές μου και στο γυάλινο ποτηράκι τούρκικο τσάι με τη χαρακτηριστική γλυκόπικρη γεύση.
Και εκεί που νόμιζα πως η βραδιά έχει λάβει τέλος, πέφτει στο τραπέζι η πρόταση φωτιά.
Η Έλενα μου προτείνει να την ακολουθήσω σε μία βραδινή βόλτα με τη μηχανή και τα μέλη του Bikers Club! Ποιος θα μπορούσε να αρνηθεί μία τέτοια πρόταση; Αλλάζουμε άμεσα την abaya με τζιν, αθλητικά και κοντομάνικα μπλουζάκια. Γεμάτη ανυπομονησία και εντελώς έξω από τα νερά μου πηγαίνω να συναντήσω τα υπόλοιπα μέλη. Στο μυαλό μου εικόνες γεμάτες μεγαλόσωμους άντρες με τατουάζ και περίεργες ενδυμασίες με κάνουν ακόμη πιο διστακτική. Μπαίνουμε στο γκαράζ και τι να δω; Κορίτσια με χαιρετάνε εγκάρδια σαν να ήμουν και εγώ μία από αυτούς ενώ τα αγόρια της παρέας μου προσφέρουν κράνος και μάσκες προστασίας. Οι φόβοι μου έχουν εξανεμιστεί μεμιάς και η Έλενα μου προσφέρει την πίσω θέση της Triumph Speedmaster.
Το Ντουμπάι τη νύχτα είναι κάτι μαγικό. Ένα τεράστιο λούνα παρκ, όπου οι ουρανοξύστες φωτίζονται σαν πολύτιμα πετράδια, οι δρόμοι τεράστιοι, αχανείς, σε καλωσορίζουν να τους διασχίσεις και οι φοίνικες δεξιά και αριστερά των δρόμων σου υπενθυμίζουν ότι δεν βρίσκεσαι σε κάποια πόλη των Ηνωμένων Πολιτειών αλλά στη Μέση Ανατολή.
Με οδηγούν στη γέφυρα του Meydan και εκεί πραγματικά τα χάνω. Το Ντουμπάι πιάτο μπροστά μου και η φουτουριστική γέφυρα με τα μπλε φώτα κάνει το τοπίο ακόμη πιο εξωπραγματικό. Δεν μπορώ παρά να τους ζητήσω μία φωτογραφία.
Βλέπω τα κορίτσια να ποζάρουν με χάρη και άνεση γαζέλας πάνω στις μηχανές τους. “Έλα μην φοβάσαι ανέβα, δεν θα πέσεις”, με προτρέπει η Ντάρια και σχεδόν μαγνητισμένη ακολουθώ τις οδηγίες της.
Και επειδή όλα στη Μέση Ανατολή έχουν να κάνουν με ιεροτελεστίες, πήραμε τις μηχανές και κατεβήκαμε σαν σίφουνες στο Port Rashed για τσάι και φαγητό.
Τo café άνοιξε διάπλατα τις πόρτες του στους μηχανόβιους φίλους μου, βγάλαμε τα κράνη μας και στο πρόσωπο όλων είδα ένα μεγάλο χαμόγελο, εκείνο του μικρού παιδιού που έχει κάνει σκανταλιά και δεν το έχουν πιάσει. Κουβέντες, πειράγματα και γέλια ενώθηκαν με την αλμύρα του λιμανιού και κάπου στο βάθος είδα το ιστορικό Queen Elizabeth να έχει ρίξει την άγκυρά του.
“Προς τι το πονηρό χαμόγελο;” με ρώτησαν. “Μόλις βρήκα το επόμενό μου θέμα”!
Φωτογραφίες: Μαρκέλλα Παπαρίζου
You must be logged in to post a comment.